Σύστημα Χρωμάτων RAL
Το RAL είναι ένα σύστημα αντιστοίχισης χρωμάτων που χρησιμοποιείται κυρίως στην Ευρώπη. Πρόκειται για ένα σύστημα αναφοράς το οποίο λειτουργεί ως κοινός κώδικας, ώστε να αποδίδονται με σταθερό τρόπο και με πιστότητα οι χρωματισμοί και οι αποχρώσεις. Ο βασικός σκοπός για τη λειτουργία του ήταν να ορίζει χρώματα για μπογιές, επιστρώσεις και πλαστικά. Το πρότυπο RAL, το διαχειρίζεται το RAL Deutsches Institut für Gütesicherung und Kennzeichnung, που βρίσκεται στη Βόννη της Γερμανίας.
Παλέτα Αποχρώσεων RAL
Στο παρελθόν οι κατασκευαστές και οι πελάτες έπρεπε να ανταλλάξουν δείγματα χρώματος για να περιγράψουν μια απόχρωση. Ο γερμανικός οργανισμός RAL επινόησε το 1927 μια πρώτη συλλογή 40 χρωμάτων, ώστε να υπάρχει μια κοινή συνισταμένη που είχε ως βάση της κωδικούς. Με νέες αποχρώσεις να προστίθενται βαθμιαία στην παλέτα χρωμάτων, η συλλογή εξελίχθηκε σταδιακά δεχόμενη τις απαιτούμενες αναθεωρήσεις. Στη δεκαετία του 1960 τα χρώματα έλαβαν μάλιστα πέρα από κωδικούς και συμπληρωματικά ονόματα για να αποφευχθεί η σύγχυση σε περίπτωση λάθους στα ψηφία.
Το RAL Classic είναι μια συλλογή 216 χρωμάτων.
Η συλλογή RAL Design περιλαμβάνει 1.825 χρώματα. Το εισήγαγε τη δεκαετία του 1990 η RAL ως ένα νέο σύστημα αντιστοίχισης χρωμάτων, προσαρμοσμένο στις ανάγκες αρχιτεκτόνων, σχεδιαστών και διαφημιστών.
Το RAL Effect περιέχει 420 συμπαγή και 70 μεταλλικά χρώματα. Είναι το πρώτο σύστημα χρωμάτων της RAL το οποίο βασίζεται σε υδατοδιαλυτές βαφές που δεν χρησιμοποιούν βαρέα μέταλλα όπως ο μόλυβδος, το κάδμιο ή τα χρώμιο.